- πληθάριθμος
- ο, Νο πληθικός αριθμός.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
πιθανότητα — Η θεωρία των πιθανοτήτων είναι ένας αρκετά νέος, σχετικά, κλάδος των μαθηματικών, του οποίου η συμβολή και η σημασία του για τις φυσικές και κοινωνικές επιστήμες, τη βιολογία, τη βλητική, καθώς και για την αντιμετώπιση προβλημάτων στη βιομηχανία… … Dictionary of Greek
πληθικός — ή, ό, Ν [πλήθος] φρ. «πληθικός αριθμός» ή «πληθάριθμος» ή «απόλυτος αριθμός» i) (για πεπερασμένο σύνολο) το πλήθος τών στοιχείων τού συνόλου ii) (για μη πεπερασμένο σύνολο) η ισχύς τού συνόλου, αλλ. υπερπεπερασμένος αριθμός … Dictionary of Greek